Ζητούνται $2 τρισ. ετησίως για την ανάπτυξη της ΑΙ έως το 2030

Το ιλιγγιώδες ποσό των $2 τρισ. ετησίως θα απαιτηθεί με ορίζοντα το 2030, για να καλυφθεί η εκρηκτική ζήτηση σε υπολογιστική ισχύ, που προκαλεί η ανάπτυξη της Τεχνητής Νοημοσύνης (AI). Σύμφωνα με την 6η Ετήσια Παγκόσμια Έκθεση Τεχνολογίας της Bain & Company, παρά τα οικονομικά οφέλη από την υιοθέτηση της ΑΙ, το χρηματοδοτικό κενό ανέρχεται στα $800 δισ. ετησίως, δημιουργώντας νέες πιέσεις σε επενδυτές και επιχειρήσεις, που καλούνται να χρηματοδοτήσουν τη νέα εποχή των data centers.
Έκθεση της Bain & Company αποκαλύπτει χρηματοδοτικό έλλειμμα $800 δισ. για την κάλυψη της υπολογιστικής ζήτησης που δημιουργεί η ΑΙ
Η έρευνα της Bain εκτιμά ότι μέχρι το 2030 οι παγκόσμιες ανάγκες σε πρόσθετη υπολογιστική ισχύ για την ΑΙ μπορεί να φτάσουν τα 200 GW, με τις ΗΠΑ να απορροφούν σχεδόν το 50% αυτής της ζήτησης. Ακόμη και αν οι επιχειρήσεις επανεπένδυαν όλα τα κέρδη τους από την αξιοποίηση της ΑΙ, το ποσό θα υπολειπόταν σημαντικά. «Έως το 2030 θα απαιτηθούν $500 δισ. σε κεφαλαιουχικές δαπάνες και $2 τρισ. νέων εσόδων για να καλυφθεί η ζήτηση», επισημαίνει η Bain & Company Greece, τονίζοντας πως η ενεργειακή υποδομή και οι γεωπολιτικές αστάθειες εντείνουν τις προκλήσεις.
Πρακτικά, η έκθεση υπογραμμίζει ότι μπορεί η τεχνητή νοημοσύνη να αναδιαμορφώνει ήδη τα θεμέλια της παγκόσμιας οικονομίας, δημιουργώντας νέες μορφές αξίας, αλλά ταυτόχρονα «γεννά» και τεράστια χρηματοδοτικά και ενεργειακά κενά. Μέχρι το 2030, η πρόκληση δεν θα είναι μόνο ποιος θα αναπτύξει την πιο εξελιγμένη ΑΙ, αλλά ποιος θα μπορέσει να τη χρηματοδοτήσει, να τη τροφοδοτήσει ενεργειακά και να τη διαχειριστεί υπεύθυνα σε έναν κόσμο που αλλάζει με ταχύτητα άνω του νόμου του Moore.
Περί ωριμότητας
Πέρα από τα οικονομικά μεγέθη, η έκθεση εστιάζει στη ραγδαία άνοδο του agentic AI, της τεχνολογίας που επιτρέπει στα μοντέλα ΑΙ να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και να συντονίζουν εργασίες αυτόνομα. Αν και οι πρωτοπόρες εταιρείες έχουν ήδη δει αύξηση EBITDA 10%-25% τα τελευταία δύο χρόνια, η πλειονότητα παραμένει σε στάδιο πειραματισμού. Μέχρι το 2030, εκτιμάται ότι το 50% των τεχνολογικών δαπανών θα αφορά την ανάπτυξη ή χρήση agentic AI.
Η Bain περιγράφει τέσσερα επίπεδα ωριμότητας για τις επιχειρήσεις, που υιοθετούν την ΑΙ: από τη βασική αναζήτηση πληροφοριών με AI Agents έως τη δημιουργία δικτύων πολλαπλών συνεργαζόμενων agents. Οι πιο ώριμες εταιρείες, που επενδύουν σήμερα στα επίπεδα 2 και 3 (εκτέλεση λειτουργιών και συντονισμός agents), εξασφαλίζουν ήδη σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Παράλληλα, οι πάροχοι λογισμικού SaaS βρίσκονται σε καμπή. Το generative και agentic AI δεν απαξιώνει την αγορά, αλλά αλλάζει ριζικά τα επιχειρηματικά μοντέλα. Η Bain επισημαίνει πως οι πάροχοι πρέπει να στραφούν σε μοντέλα τιμολόγησης βάσει αποτελεσμάτων, να αξιοποιήσουν τα δεδομένα και να αναλάβουν στρατηγικά ρίσκα, όπως το επιλεκτικό open-sourcing, για να διατηρήσουν την ηγετική τους θέση.
Κβαντική υπολογιστική και ανθρωποειδή ρομπότ
Στο επίκεντρο της τεχνολογικής μετάβασης βρίσκονται, επίσης, η κβαντική υπολογιστική και τα ανθρωποειδή ρομπότ. Η Bain εκτιμά ότι η κβαντική τεχνολογία μπορεί να απελευθερώσει αξία έως και $250 δισ. σε τομείς, όπως η φαρμακοβιομηχανία, τα χρηματοοικονομικά και η εφοδιαστική αλυσίδα. Ωστόσο, η πλήρης εμπορική αξιοποίησή της προϋποθέτει την ύπαρξη σταθερών, μεγάλων κβαντικών υπολογιστών - κάτι που, όπως σημειώνεται, παραμένει ακόμη μακρινό.
Αντίστοιχα, η ανάπτυξη των ανθρωποειδών ρομπότ έχει προχωρήσει από τα viral βίντεο στις επενδύσεις δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Bain προβλέπει ότι οι εταιρείες, που θα τα πιλοτάρουν πρώτες, θα αποκτήσουν πλεονέκτημα, αν και οι περισσότερες εφαρμογές παραμένουν σε πρώιμο στάδιο και εξαρτώνται από ανθρώπινη παρέμβαση.
Η έκθεση τονίζει ότι οι δασμοί, οι έλεγχοι εξαγωγών και η στροφή κυβερνήσεων προς τη λεγόμενη “Sovereign AI” επιταχύνουν τον κατακερματισμό των παγκόσμιων τεχνολογικών αλυσίδων. Οι ημιαγωγοί γίνονται εργαλείο οικονομικής και πολιτικής ισχύος, με την Κίνα να αντιπροσωπεύει το 20% της παγκόσμιας παραγωγής chips φέτος.