Μειώνονται οι αναφορές καταναλωτών για θέματα τηλεπικοινωνιών

Σταθερά μειούμενες βαίνουν οι καταγγελίες για θέματα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ταχυδρομικών υπηρεσιών στην Ελλάδα. Του λόγου το αληθές επιβεβαιώνει το γεγονός ότι ο Συνήγορος του Καταναλωτή δέχθηκε, το 2022, μειωμένο κατά 24,4% αριθμό καταγγελιών, που αφορούν τους δύο κλάδους.
Για την ακρίβεια, το 2022 οι αναφορές καταναλωτών για θέματα σχετικά με τις ταχυδρομικές υπηρεσίες και τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες αντιπροσώπευαν μόλις το 13% του συνόλου των αναφορών, που δέχτηκε η ανεξάρτητη Αρχή.
Οι περισσότερες αναφορές, που δέχτηκε ο Συνήγορος του Καταναλωτή, αφορούσαν υψηλές χρεώσεις από κλήσεις σε ειδικούς τηλεφωνικούς αριθμούς, οι οποίοι εξαιρούνται από τις ενσωματωμένες παροχές των οικονομικών προγραμμάτων τους. Για παράδειγμα, σύντομοι πενταψήφιοι αριθμοί, οι οποίοι χρησιμοποιούνται από παρόχους ενέργειας, ηλεκτρονικών επικοινωνιών, κ.λπ., για την εξυπηρέτηση πελατών και για την αναφορά βλαβών ή πενταψήφιοι αριθμοί, μέσω των οποίων παρέχονται υπηρεσίες πολυμεσικής πληροφόρησης.
“Διαγράφεται μία προοδευτική εξομάλυνση σημαντικών εμπορικών κλάδων της αγοράς, οι οποίοι κατά το διάστημα της πανδημίας εμφάνισαν σημαντικά προβλήματα λειτουργίας και νομιμότητας σε βάρος των καταναλωτών, με προεξάρχοντα τα φαινόμενα εξαπάτησης σε συναλλαγές ηλεκτρονικού εμπορίου και τις μεγάλες καθυστερήσεις στην επίδοση ταχυδρομικών αντικειμένων”, αναφέρει ο Συνήγορος του Καταναλωτή, στην ετήσια έκθεση της Αρχής για το 2022.

Για το ηλεκτρονικό εμπόριο
Στον αντίποδα, πάντως, το 2022 αυξήθηκε ο αριθμός των καταγγελιών σχετικά με ηλεκτρονικές αγορές, κυρίως ειδών ρουχισμού και υποδημάτων, καθώς επίσης αρωμάτων και εργαλείων, από ιστοσελίδες, που προβάλλουν επώνυμα προϊόντα σε ασυνήθιστα χαμηλές τιμές. Από τα καταγγελλόμενα και τη διερεύνηση τους από την Αρχή προκύπτει σειρά προβληματικών ζητημάτων, όπως το γεγονός ότι τα προϊόντα, που παραδίδονται κατ’ οίκον μέσω εταιρειών ταχυμεταφορών και η πληρωμή τους γίνεται κυρίως με αντικαταβολή, αποκλειόμενων εναλλακτικών τρόπων εξόφλησης με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων, που εξασφαλίζουν κατά κανόνα περισσότερο τον καταναλωτή στην περίπτωση που η αγορά δεν εξελιχθεί ομαλά.

Ένας σημαντικός αριθμός αναφορών αφορούσε πρακτικές κατά τις οποίες τα συνοδευτικά δελτία αποστολής συνήθως δεν αναγράφουν στοιχεία αποστολέα, ενώ όπου αναγράφονται, αυτά είναι κατά κύριο λόγο ψευδή, αφού δεν αντιστοιχούν σε πραγματικές διευθύνσεις και σίγουρα όχι σε υπαρκτές επιχειρήσεις.
Επιπλέον, οι καταναλωτές διαπιστώνουν συχνά κατά την παραλαβή ότι τα προϊόντα δεν είναι αυτά που παρήγγειλαν ή ότι είναι απομιμητικά. Εξάλλου, λόγω της απουσίας στοιχείων επικοινωνίας των επιχειρήσεων ή της γνωστοποίησης ψευδών στοιχείων, καθίσταται αδύνατον για τους καταναλωτές να λάβουν υποστήριξη μετά την πώληση ή να ασκήσουν τα νόμιμα δικαιώματά τους, όπως της υπαναχώρησης.
