Έρευνες - Μελέτες

Ασαφή εικόνα για την προστασία δεδομένων έχουν τα στελέχη στην Ελλάδα

gdpr

Δυσκολότερη έκανε την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, με ακεραιότητα και παρακολούθηση της συμμόρφωσης, η πανδημία. Σήμερα, το 36% των στελεχών στην Ελλάδα και το 41%, παγκοσμίως, αναφέρει ότι η πανδημία του COVID-19 έκανε δυσκολότερη την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας με ακεραιότητα, επιβεβαιώνοντας τη διαπίστωση ότι οι οικονομικές πιέσεις και η αλλαγή στους τρόπους εργασίας καθιστούν πιο δύσκολη την αποτελεσματική παρακολούθηση της συμμόρφωσης.

 

Το 44% των στελεχών στην Ελλάδα, έναντι 36% παγκοσμίως, γνωρίζει λίγα ή και ελάχιστα για τη νομοθεσία περί προστασίας δεδομένωνΜεταξύ των άλλων ζητημάτων, που σχετίζονται με τα πρότυπα ακεραιότητας στις επιχειρήσεις, η τακτική παγκόσμια έρευνα της ΕΥ για θέματα εταιρικής απάτης “Global Integrity Report 2022”, αναδεικνύει μερικά ενδιαφέροντα ευρήματα, που έχουν σχέση με τον χώρο των δεδομένων. Για παράδειγμα, η έρευνα δείχνει ότι τα στελέχη στην Ελλάδα εμφανίζονται λιγότερο ενημερωμένα - έναντι του παγκόσμιου μέσου όρου - σχετικά με την προστασία των δεδομένων και του απορρήτου.

 

Ειδικότερα, το 44% των στελεχών στην Ελλάδα, έναντι 36% παγκοσμίως, απαντά ότι γνωρίζει λίγα ή και καθόλου σχετικά με τη νομοθεσία περί προστασίας δεδομένων και απορρήτου (π.χ. GDPR). Επιπλέον, σύμφωνα με άλλο εύρημα της μελέτης, το 46% των στελεχών στην Ελλάδα έναντι 28% παγκοσμίως, δηλώνει ότι γνωρίζει λίγα ή και ελάχιστα έως τίποτα σχετικά με τις πολιτικές του οργανισμού τους για την απομακρυσμένη εργασία.

 

Κρούσματα απάτης

Αντίστοιχα, ένας στους δέκα ερωτηθέντες (10%) στην Ελλάδα ανέφερε ότι στη διάρκεια των τελευταίων 18 μηνών υπήρξαν σημαντικά κρούσματα απάτης στον οργανισμό του. Το ποσοστό αυτό είναι ίδιο με το αντίστοιχο που καταγράφεται στη Δυτική Ευρώπη, αλλά χαμηλότερο από το παγκόσμιο δείγμα (13%) και προηγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες, όπως η Ολλανδία (24%), η Φινλανδία (23%), η Δανία (18%) και η Αυστρία (17%). Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι, στην αντίστοιχη έρευνα για το 2018, το ποσοστό στην Ελλάδα διαμορφωνόταν στο 8%. 

 

Τα στελέχη ρωτήθηκαν και για τα μέτρα, που λαμβάνουν οι οργανισμοί τους για την αντιμετώπιση των φαινομένων διαφθοράς και απάτης. Περισσότεροι από τους μισούς (51% στην Ελλάδα και στη Δυτική Ευρώπη) ανέφεραν την ύπαρξη ενός κώδικα δεοντολογίας για τους εργαζόμενους, σχετικά με το πώς πρέπει να συμπεριφέρονται στην επιχείρηση.

 

Διερεύνηση καταγγελιών

Σχεδόν τρεις στους τέσσερις συμμετέχοντες από την Ελλάδα (71% - ποσοστό βελτιωμένο κατά 13 ποσοστιαίες μονάδες από το 2018 και το υψηλότερο μεταξύ των χωρών - μελών της Ε.Ε.), ανέφεραν ότι ο οργανισμός, στον οποίο εργάζονται, έχει λάβει μέτρα εναντίον εργαζομένων για παραβίαση προτύπων ή κανονισμών ακεραιότητας. Το ποσοστό είναι αισθητά υψηλότερο από τους συναδέλφους τους στη Δυτική Ευρώπη (49%) και τον υπόλοιπο κόσμο (62%).

 

Αντίστοιχα, το ποσοστό αυτό διαμορφώνεται μόλις στο 18% στη Γερμανία, στο 36% στη Γαλλία και στο 43% στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ το ποσοστό στην Τουρκία εμφανίζεται αρκετά υψηλό και αγγίζει το 84%. Αυτό το υψηλό ποσοστό μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι ένας στους τρεις Έλληνες (35%) ανέφερε ότι έχει γίνει ευκολότερο για τους εργαζόμενους να αναφέρουν μη ακέραιες συμπεριφορές, έναντι 26% που δεν έχουν παρατηρήσει κάποια αλλαγή στον οργανισμό, όσον αφορά την καταγγελία σχετικών περιστατικών.   

 

Συγκεκριμένα, ένας στους τέσσερις ερωτηθέντες από την Ελλάδα δήλωσε ότι έχει καταγγείλει περιπτώσεις ανήθικης συμπεριφοράς, μέσω αναφορών στη διοίκηση ή της χρήσης ειδικής γραμμής καταγγελιών για whistleblowers, ποσοστό οριακά μικρότερο σε σχέση με την Δυτική Ευρώπη (27%) και αισθητά χαμηλότερο σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο (35%).

 

Μεταξύ αυτών, 60% ανέφεραν ότι αισθάνθηκαν πίεση να μην προχωρήσουν στην καταγγελία, ποσοστό συγκριτικά υψηλότερο από τη Δυτική Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο (49%) και παρόμοιο με αυτό σε αναπτυσσόμενες ευρωπαϊκές και παγκόσμιες οικονομίες, όπως η Ταϊλάνδη (61%), η Σαουδική Αραβία (59%), η Ρουμανία (58%) και η Ουγγαρία (57%).