Έρευνες - Μελέτες

Το “τρίγωνο” Εκπαίδευση - Έρευνα-Καινοτομία ζητούμενο του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου 2014-2020

kainotomia2013_293





Στο 1,2% του ΑΕΠ έως το 2020, από 0,69% το 2012, τοποθετεί η Ελλάδα τον πήχη των δημοσίων και ιδιωτικών δαπανών για έρευνα και καινοτομία στη χώρα. Για την επίτευξη του στόχου, η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων για Ε&Α θα πρέπει να ανέλθει από το 0,21% του ΑΕΠ το 2012 περίπου στο 0,38% του ΑΕΠ το 2020. Αντίστοιχα, η εθνική δημόσια χρηματοδότηση από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, εκτός της συγχρηματοδότησης του ΕΣΠΑ και ΣΕΣ, θα φτάσει, κατά την εκκίνηση, περίπου €50 εκατ. (0,03% του ΑΕΠ) και σταδιακά θα φτάσει τα €600 εκατ. το 2020 (0,27% του ΑΕΠ).

H μετάβαση της χώρας από το “τρίγωνο” Χρέος-Έλλειμμα-Έλλειψη ισχυρής παραγωγικής βάσης, στο “τρίγωνο” Εκπαίδευση-Έρευνα-Καινοτομία, σκιαγραφεί το όραμα της ελληνικής κυβέρνησης για την προγραμματική περίοδο 2014-2020. 

Όπως αναφέρεται στο κείμενο της διαβούλευσης για το ΕΣΠΕΚ 2014-2020, “οι επενδύσεις στην παιδεία, στην επιστήμη, στην έρευνα, στην τεχνολογική ανάπτυξη και στην καινοτομία, αποτελούν κεντρικό εργαλείο για ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο που θα είναι “βιώσιμο”, “έξυπνο” και θα στηρίζεται στην καινοτομία και στην υψηλή κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού”.

Αναφερόμενοι στις επιδόσεις του εθνικού συστήματος έρευνας και καινοτομίας, οι συντάκτες του κειμένου της διαβούλευσης παραδέχονται ότι η Ελλάδα, παρά τις προσπάθειες, δεν στάθηκε δυνατό να μειώσει την απόσταση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και να καλύψει τους εθνικούς στόχους για το ύψος της εγχώριας δαπάνης για Έρευνα και Ανάπτυξη. Η συνολική ακαθάριστη εγχώρια δαπάνη για Έρευνα, ως ποσοστό του ΑΕΠ, αυξήθηκε από το 0,57% το 2003 στο 0,69% το 2012, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ε.Ε των 28 αυξήθηκε το ίδιο διάστημα από το 1,85% στο 2,06%.

Χαμηλές επιδόσεις
Η χαμηλή επίδοση στις δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη συνοδεύεται, επίσης, από χαμηλές επιδόσεις στην καινοτομία και στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Ο σύνθετος δείκτης καινοτομίας (Synthesis Innovation Index) του Innovation Union Scoreboard, κατατάσσει την Ελλάδα στη 19η θέση ανάμεσα στα Κράτη-Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Πίνακας), ενώ ο δείκτης ανταγωνιστικότητας του World Economic Forum (WEF) την κατατάσσει κάτω από την 100η θέση.

Οι συντάκτες του κειμένου παραδέχονται ότι όλοι οι δείκτες, που σχετίζονται με τις επιδόσεις των επιχειρήσεων σε έρευνα και καινοτομία, συστηματικά παραμένουν κατώτεροι του μέσου όρου της Ε.Ε., αντανακλώντας τις δομικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας. “Ο συνδυασμός των δομικών προβλημάτων, θεσμικών και γραφειοκρατικών αγκυλώσεων και της ασυνέχειας στο επίπεδο της πολιτικής, οδήγησαν τις επιχειρήσεις να επενδύουν είτε σε δραστηριότητες με υψηλές βραχυπρόθεσμες αποδόσεις είτε σε δραστηριότητες χαμηλού ρίσκου και μειωμένης έκθεσης στο διεθνή ανταγωνισμό”, σημειώνουν σχετικά.

Ως αποτέλεσμα, συνεχίζουν οι συντάκτες, σταδιακά, η επιχειρηματική δραστηριότητα, οδηγήθηκε - σε μεγάλο βαθμό - σε δραστηριότητες μειωμένης έντασης γνώσης και προστιθέμενης αξίας, που στοχεύουν κυρίως στην εσωτερική αγορά και κατανάλωση (δημόσια ή ιδιωτική). H ζήτηση από τις επιχειρήσεις για νέα γνώση, που προκύπτει μέσα από την έρευνα, παρέμεινε περιορισμένη, ακόμα και σε κλάδους με υψηλή καινοτομική δραστηριότητα (π.χ. υπηρεσίες). 

Άξονες προτεραιότητας
Σε εθνικό επίπεδο, οι περιοχές εξειδίκευσης, που έχουν αναδειχτεί και στις οποίες η χώρα μας διαθέτει κρίσιμη μάζα και ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, θεωρείται ότι είναι: η αγρο-διατροφή, ο τουρισμός (βιομηχανία της εμπειρίας), οι υπηρεσίες υγείας, τα φάρμακα και τα διαγνωστικά προϊόντα, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που σχετίζονται με την παραγωγή και διαχείριση της ενέργειας, οι υπηρεσίες και τεχνολογίες μεταφορών και logistics, οι τεχνολογίες και οι υπηρεσίες προστασίας του περιβάλλοντος και η βιώσιμη ανάπτυξη, που σχετίζεται με την οικο-καινοτομία και την θαλάσσια οικονομία, οι τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών, τόσο ως οικονομική δραστηριότητα, όσο και ως οριζόντιες τεχνολογίες και ο τομέας των υλικών και κατασκευών.

Ειδικά για τον τομέα των ΤΠΕ η δημόσια διαβούλευση σχολιάζει ότι οι επιχειρήσεις του κλάδου εμφανίζονται αρκετές δυναμικές, παρά την συνεχιζόμενη ύφεση που πλήττει την οικονομία, καθώς ορισμένες, μάλιστα, έχουν παρουσία σε διεθνείς αγορές σε τομείς, όπως το mobile internet, καταφέρνοντας να αντισταθμίσουν τις συνέπειες της παρατεταμένης αυτής ύφεσης.

Startups
Ενθαρρυντικό θεωρείται και το γεγονός της εμφάνισης νέων επιχειρηματικών εγχειρημάτων, με την μορφή των start-ups και new ventures. Παράλληλα, ο ρυθμός αύξησης της ευρυζωνικότητας στην χώρα είναι υψηλότερος από το μέσο ρυθμό αύξησης, που παρατηρείται στην Ε.Ε., με ταυτόχρονη μεγάλη αύξηση των συνδέσεων κινητής τηλεφωνίας τελευταίας γενιάς, με αποτέλεσμα να είναι ευκολότερη η προσφορά υπηρεσιών από τις επιχειρήσεις του τομέα προς τους πελάτες τους.  

Από πλευράς ερευνητικού δυναμικού, η Ελλάδα παρουσιάζει εξαιρετικές επιδόσεις, όπως προκύπτει από τη συμμετοχή στο 7ο Πρόγραμμα Πλαίσιο για την Έρευνα, όπου αναδείχθηκαν νησίδες ερευνητικής αριστείας σε περιοχές, όπως Future Networks, Software-Services and Internet Connected Objects, Intelligent Information Management, ICT for Health & Ageing, Networked Media, Embedded Systems, ICT for Energy Efficiency, ICT for Learning, Digital Libraries.

Επίσης, στα ερευνητικά προγράμματα που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2007-2013, ο τομέας των ΤΠΕ παρουσιάζει τη μεγαλύτερη συμμετοχή, από πλευράς δημόσιας χρηματοδότησης. 

Νατάσα Φραγκούλη
fragouli@sepe.gr

© Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής & Επικοινωνιών Ελλάδας - ΣΕΠΕ, 2008 - 2014