Έρευνες - Μελέτες

“Γένους θηλυκού” το 42,5% του εργαζομένων στο R&D στην Ελλάδα

womanlaptopnew

Ισχυρή αριθμητική παρουσία στους τομείς της Έρευνας και Ανάπτυξης (R&D), στην Ελλάδα, έχει ο γυναικείος πληθυσμός, με την εκπροσώπηση να περιορίζεται, ωστόσο, στις χαμηλές βαθμίδες της ιεραρχίας. Στη χώρα μας απασχολούνται 29.879 γυναίκες σε Ε&Α (ερευνητές, τεχνικό προσωπικό, άλλο προσωπικό υποστήριξης), ποσοστό που αντιστοιχεί  στο 42,5% του συνολικού δυναμικού Ε&Α (70.229 άτομα). Η συγκεκριμένη επίδοση είναι αρκετά πάνω από το μέσο όρο στην ΕΕ-28 (34,8%) και κατατάσσει την Ελλάδα στην ένατη θέση μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. με βάση το ποσοστό απασχόλησης γυναικών στο R&D.

Πολυπληθής η συμμετοχή των γυναικών, αλλά περιορίζεται στις χαμηλές βαθμίδες της ιεραρχίας
Ωστόσο, παρά την πολυπληθή συμμετοχή των γυναικών στον τομέα του R&D και στη χώρα μας ισχύει το φαινόμενο της "γυάλινης οροφής" (glass ceiling), ήτοι της συσσώρευσης των γυναικών στις χαμηλές βαθμίδες της ιεραρχίας. Ως αποτέλεσμα, τα ποσοστά απασχόλησης των γυναικών υπερτερούν των ανδρών στις χαμηλότερες ακαδημαϊκές βαθμίδες, ενώ στις υψηλότερες η εικόνα αντιστρέφεται.

Σύμφωνα με νέα μελέτη του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ), στην κατηγορία των ερευνητών κυριαρχούν οι άνδρες, με 63,3% έναντι 36,7% των γυναικών. Στο τεχνικό προσωπικό και το προσωπικό υποστήριξης οι γυναίκες είναι περισσότερες από τους άνδρες, με ποσοστά 51,6% και 54,5% αντίστοιχα.

Οι γυναίκες ερευνήτριες έχουν μεγαλύτερη συμμετοχή από τους άνδρες στις "Ανθρωπιστικές Επιστήμες" (54,1%), ενώ υψηλό ποσοστό (43%) καταγράφεται και στον τομέα "Ιατρική και Επιστήμες Υγείας".

Στην ένατη θέση
Η έρευνα, που παρουσιάζει στοιχεία για τη θέση των γυναικών στην ερευνητική δραστηριότητα, διαπιστώνει ότι στους τρεις μεγαλύτερους τομείς Ε&Α, αυτόν της τριτοβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (τομέας HES), τον κρατικό (τομέας GOV) και τον τομέα επιχειρήσεων (τομέας BES), ο αριθμός των γυναικών είναι μικρότερος των ανδρών. Οι δε γυναίκες υπερτερούν ελαφρά στον τομέα των ιδιωτικών μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων (τομέας PNP).



Στην κατηγορία "Ερευνητές", η υψηλότερη συμμετοχή γυναικών καταγράφεται στον κρατικό τομέα (48,1% γυναίκες ερευνήτριες), ποσοστό που κατατάσσει την Ελλάδα στην 9η θέση, πάνω από τον κοινοτικό μέσο όρο (40,9%). Υψηλότερη θέση, από τον κοινοτικό μέσο όρο, έχει η Ελλάδα και στον τομέα των επιχειρήσεων καταλαμβάνοντας την 7η θέση, αν και το ποσοστό των γυναικών ερευνητριών στον τομέα είναι μόνο 30,8%. Στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η Ελλάδα υπολείπεται του κοινοτικού μέσου όρου και με ποσοστό 35,6% γυναίκες στους ερευνητές κατατάσσεται 24η μεταξύ των χωρών μελών της Ε.Ε.

Τομείς
Οι γυναίκες ερευνήτριες έχουν μεγαλύτερη συμμετοχή από τους άνδρες στις "Ανθρωπιστικές Επιστήμες" (54,1%), ενώ υψηλό ποσοστό (43%) καταγράφεται και στον τομέα "Ιατρική και Επιστήμες Υγείας". Η μικρότερη συμμετοχή γυναικών (29,5%) αφορά το επιστημονικό πεδίο "Επιστήμες Μηχανικού & Τεχνολογία".

Στον τομέα της τριτοβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στην Ελλάδα και στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε., οι γυναίκες ερευνήτριες απασχολούνται περισσότερο από ό,τι οι άνδρες στα επιστημονικά πεδία "Ιατρική και Επιστήμες Υγείας", "Κοινωνικές Επιστήμες" και "Ανθρωπιστικές Επιστήμες". Αντίστροφη είναι η εικόνα για τα επιστημονικά πεδία "Επιστήμες Μηχανικού & Τεχνολογία" και "Φυσικές Επιστήμες".

Στον κρατικό τομέα, στην Ελλάδα και τις περισσότερες χώρες της ΕΕ-28, η απασχόληση των γυναικών ερευνητριών συγκεντρώνεται, επίσης, στα επιστημονικά πεδία "Ιατρική και Επιστήμες Υγείας", "Κοινωνικές Επιστήμες" και "Ανθρωπιστικές Επιστήμες".

Στον τομέα των επιχειρήσεων, το επιστημονικό πεδίο "Ιατρική και Επιστήμες Υγείας" είναι, επίσης, αυτό στο οποίο καταγράφονται υψηλότερα μερίδια απασχόλησης γυναικών.



Επίπεδο σπουδών
Οι περισσότερες γυναίκες, που απασχολούνται σε Ε&Α, είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών ή πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης  και ακολουθούν οι κάτοχοι διδακτορικού τίτλου σπουδών. Η ίδια εικόνα ισχύει και για τους άνδρες, με λίγο υψηλότερα ποσοστά διδακτόρων έναντι των γυναικών.

Οι γυναίκες παρουσιάζουν μεγαλύτερο μερίδιο στις χαμηλότερες ηλικιακές ομάδες, ενώ η τάση αυτή αντιστρέφεται καθώς αυξάνεται η ηλικία. Για τους άνδρες, η κατανομή στις ηλικιακές ομάδες είναι περισσότερο ισορροπημένη, ιδιαίτερα στον κρατικό τομέα.